Αιτούμαι στα τσεχικά

Μετάφραση: αιτούμαι, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
přiložit, připisovat, obrátit, požádat, používat, upotřebit, věnovat, žádat, použít, tímto, mění, rozhodl takto, proto, se tímto
Αιτούμαι στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αιτούμαι

αιτούμαι την χορήγηση δικαιωμάτων εθνικού αποθέματος για την περίοδο 2014, αιτούμαι αρχικοι χρονοι, αιτούμαι σύνταξη, αιτούμαι της, αιτούμαι κλίση, αιτούμαι λεξικό γλώσσας τσεχικά, αιτούμαι στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • αιτιολογία στα τσεχικά - právo, odůvodnění, oprávnění, rozum, rozumný, příčina, obrana, ...
  • αιτιολογώ στα τσεχικά - racionalizovat, racionalizaci, racionalizace, zefektivnit, zracionalizovat
  • αιτώ στα τσεχικά - předpoklad, žádat, dovoluji požádat, chtěli požádat, dovoluji požádat o, chcete požádat, tímto dovoluji požádat
  • αιτών στα τσεχικά - žadatel, uchazeč, navrhovatel, žalobkyně, žalobce, přihlašovatel
Τυχαίες λέξεις
Αιτούμαι στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: přiložit, připisovat, obrátit, požádat, používat, upotřebit, věnovat, žádat, použít, tímto, mění, rozhodl takto, proto, se tímto