Αρχαιότητα στα τσεχικά
Μετάφραση: αρχαιότητα, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
antika, starobylost, starověk, starodávnost, starověku, dávnověk, starožitnosti
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αρχαιότητα
κλασική αρχαιότητα, ύστερη αρχαιότητα, αρχαιότητα μεταξύ ομοιοβάθμων, αρχαιότητα εκπαιδευτικών, αρχαιότητα στο δημόσιο, αρχαιότητα λεξικό γλώσσας τσεχικά, αρχαιότητα στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- αρχαιολογικός στα τσεχικά - archeoložka, archeolog, archeologický, archeologické, archeologická, archeologickou, archeologického
- αρχαιολόγος στα τσεχικά - antikvář, archeolog, archeologem, archeoložka, archeologa
- αρχηγός στα τσεχικά - vůdce, náčelník, dirigent, úvodník, vedoucí, šéf, hlavní, ...
- αρχιδιάκονος στα τσεχικά - arciděkan, arcijáhen, arciděkanský, Archdeacon
Τυχαίες λέξεις
Αρχαιότητα στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: antika, starobylost, starověk, starodávnost, starověku, dávnověk, starožitnosti
Μεταφράσεις: antika, starobylost, starověk, starodávnost, starověku, dávnověk, starožitnosti