Αυτοκίνητο στα φινλανδικά
Μετάφραση: αυτοκίνητο, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
auto, auton, autolla, autoa, car
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυτοκίνητο
αυτοκίνητο φυσικό αέριο, αυτοκίνητο αγορά, αυτοκίνητο diesel, αυτοκίνητο hertz, αυτοκίνητο ονειροκρίτης, αυτοκίνητο λεξικό γλώσσας φινλανδικά, αυτοκίνητο στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- αυτοβιογραφία στα φινλανδικά - omaelämäkerta, omaelämäkerran, autobiography, omaelämäkertaa, omaelämänkerta
- αυτοδύναμος στα φινλανδικά - itsenäinen, omavaraisia, omavaraisiksi, omavaraiseksi, omavaraisemmaksi
- αυτοκίνητος στα φινλανδικά - itseliikkuva, itsenäisesti kulkevan
- αυτοκινητιστής στα φινλανδικά - autoilija, ajaja, autoilijan, motoristin, autoilijoille, motorist
Τυχαίες λέξεις
Αυτοκίνητο στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: auto, auton, autolla, autoa, car
Μεταφράσεις: auto, auton, autolla, autoa, car