Taitavuus στα ελληνικά

Μετάφραση: taitavuus, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιτηδειότητα, διενέργεια, φιλοτεχνία, πραγματογνωμοσύνη, ευκολία, ευχέρεια, ικανότητα, δεξιοτεχνία, τέχνη, απόκτηση, απόκτημα, επιδεξιότητα, την Επιδεξιότητα, δεξιότητα, επιδεξιότητας
Taitavuus στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • apatia στα ελληνικά - απάθεια, απάθειας, η απάθεια, την απάθεια, αδιαφορία
  • irvistää στα ελληνικά - μορφάζω, γκριμάτσα, πλατύ χαμόγελο, χαμόγελο, grin, το χαμόγελο
  • kyytiraha στα ελληνικά - φαγητό, συγκέντρωση, τη συγκέντρωση, ομαδοποίηση, συγκέντρωσης, συγκέντρωση των
  • kävelytuki στα ελληνικά - περιπατητής, στράτα, Walker, περιπατητή, περπατούρα
Τυχαίες λέξεις
Taitavuus στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιτηδειότητα, διενέργεια, φιλοτεχνία, πραγματογνωμοσύνη, ευκολία, ευχέρεια, ικανότητα, δεξιοτεχνία, τέχνη, απόκτηση, απόκτημα, επιδεξιότητα, την Επιδεξιότητα, δεξιότητα, επιδεξιότητας