Ολική στα φινλανδικά
Μετάφραση: ολική, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kaliiperi, koko, yhteensä, kokonaispistemäärään, kokonais
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ολική
ολική αρθροπλαστική ισχίου, ολική έκλειψη ηλίου, ολική υστερεκτομή, ολική παύση απασχόλησης προσωπικού, ολική ανάκλαση, ολική λεξικό γλώσσας φινλανδικά, ολική στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- ολίσθημα στα φινλανδικά - liukua, luistaa, lipsahdus, slip, jättämän, liukuma
- ολιγολογία στα φινλανδικά - pidättyvyys, vähäpuheisuus, vaiteliaisuus, jäyhyys
- ολικός στα φινλανδικά - kokonaismäärä, koko, kylläinen, määrä, täysi, kokonainen, kokonaan, ...
- ολισθηρός στα φινλανδικά - niljakas, liukas, liukkaalla, liukkaita, liukasta, liukkailla
Τυχαίες λέξεις
Ολική στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: kaliiperi, koko, yhteensä, kokonaispistemäärään, kokonais
Μεταφράσεις: kaliiperi, koko, yhteensä, kokonaispistemäärään, kokonais