Λέξη: λυπάμαι

Σχετικές λέξεις: λυπάμαι

λυπάμαι μα έχεις θέματα lyrics, λυπάμαι μα έχεις θέματα, λυπάμαι βανδή, λυπάμαι ειλικρινά.. έλλη κοκκίνου stixoi, λυπάμαι βανδή στίχοι, λυπάμαι μα έχεις θέματα στίχοι, λυπάμαι μα έχεις θέματα ψυχολογικά να λύσεις youtube, λυπάμαι μα έχεις θέματα ψυχολογικά να λύσεις, λυπάμαι ειλικρινά στίχοι, λυπάμαι ειλικρινά

Συνώνυμα: λυπάμαι

συμπάσχω, συμπονώ, συμπαθώ

Μεταφράσεις: λυπάμαι

λυπάμαι στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
regret, I am sorry, I regret, sorry

λυπάμαι στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
arrepentirse, deplorar, dolor, lamentar, sentir, lo siento, lamento, siento, siento mucho

λυπάμαι στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
trauern, bereuen, neubewuchs, jammer, bedauern, beklagen, es tut mir leid, tut mir leid, ich bedaure, ich bedauere

λυπάμαι στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
regrettons, regrettez, regretter, repentir, plaindre, regrettent, ménager, regret, déplorer, deuil, ruiner, je suis désolé, je regrette, je me excuse, je suis désolée, je suis désolé de

λυπάμαι στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
pentirsi, rincrescere, dolersi, rammarico, rimpiangere, dispiacere, rimpianto, dolere, mi dispiace, mi spiace, sono spiacente, mi dispiace che, mi rincresce

λυπάμαι στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
pesar, saudades, lamentar, sentimento, registar, deplorar, lamento, documentar, sentir, matricular, sinto muito, Lamento, eu sinto muito, Sinto, Lamentamos

λυπάμαι στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
sparen, spijt, ontzien, bejammeren, betreuren, spijten, leedwezen, het spijt me, spijt me, spijt mij, Het spijt mij, Het spijt

λυπάμαι στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
прискорбие, горе, унывать, сожалеть, грустить, печаль, угрызение, сетовать, сожаление, раскаяние, раскаяться, сострадание, я извиняюсь, я прошу прощения, мне жаль, Я сожалею, мне очень жаль

λυπάμαι στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
anger, beklage, beklagelse, angre, sorg, jeg beklager, jeg beklager at, jeg er lei

λυπάμαι στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
beklaga, ångra, jag, I

λυπάμαι στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
valittaa, pettymys, ikävä, mielipaha, pahoitella, surkutella, pahoittelu, suru, Olen pahoillani, Olen pahoillani siitä

λυπάμαι στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
angre, beklagelse, fortryde, beklage, jeg, I

λυπάμαι στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
litovat, smutek, žal, zalitovat, lítost, politování, želet, Je mi líto,, Je mi líto, mi líto, omlouvám se

λυπάμαι στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ubolewanie, żal, żałować, przykro mi, Jest mi przykro, Żałuję

λυπάμαι στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
sajnálkozás, sajnálom, Nagyon sajnálom, Sajnálattal

λυπάμαι στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
üzgünüm, özür dilerim, I am sorry, çok üzgünüm

λυπάμαι στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
регресивний, Я

λυπάμαι στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
Më vjen keq, unë jam i keq, Mua më vjen keq, vjen keq, me vjen keq

λυπάμαι στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
аз съжалявам,, аз съжалявам, съжалявам, Със съжаление

λυπάμαι στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
Я

λυπάμαι στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kurvastama, kahetsus, kahetsema, vabandust, Mul on kahju, I am sorry, ma vabandan

λυπάμαι στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
žalost, žalimo, kajanje, žaliti, žao mi je, žao mi, žao mi je što, zZao mi, Meni je žao

λυπάμαι στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ég, I, sem ég, að ég

λυπάμαι στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
desiderium

λυπάμαι στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
gailestis, gailėtis, Aš atsiprašau, apgailestauju, gaila

λυπάμαι στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
nožēla, nožēlot, Es atvainojos, man žēl, man ir žēl

λυπάμαι στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
жалам, жал ми е, жал ми, Се извинувам, мене ми е жал

λυπάμαι στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
regret, Îmi pare rău, Imi pare rau, îmi pare rău pentru

λυπάμαι στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
žal, žal mi je,, žal mi je, Obžalujem, žal mi

λυπάμαι στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
ľutovať, je, Má, sa, ich, sú

Στατιστικά δημοτικότητας: λυπάμαι

Τυχαίες λέξεις