Garlaicīgs στα ελληνικά

Μετάφραση: garlaicīgs, Λεξικό: λετονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λετονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βαρετός, δυσάρεστος, μουντός, ανιαρός, βραδύς, πληκτικός, μουχρός, βαρετό, βαρετή, βαρετά, τρυπώντας, βαρετές
Garlaicīgs στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • gards στα ελληνικά - νόστιμος, απολαυστικός, λιχουδιά, λεπτοκαμωμένος, φίνο, dainty, το φίνο
  • garlaicība στα ελληνικά - οκνηρία, πλήξη, βαρεμάρα, ανία, την πλήξη, πλήξης
  • gars στα ελληνικά - πνεύμα, πνεύματος, το πνεύμα, ποτών, ποτά
  • garums στα ελληνικά - μήκος, μήκους, διάρκεια, το μήκος, χρονικό
Τυχαίες λέξεις
Garlaicīgs στα ελληνικά - Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βαρετός, δυσάρεστος, μουντός, ανιαρός, βραδύς, πληκτικός, μουχρός, βαρετό, βαρετή, βαρετά, τρυπώντας, βαρετές