Dempen στα ελληνικά
Μετάφραση: dempen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γεμίζω, βουβός, Σίγαση, σίγασης, Mute, τη σίγαση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- demonstratie στα ελληνικά - διαδήλωση, επίδειξη, επίδειξης, απόδειξη, την επίδειξη
- demonstreren στα ελληνικά - αποδεικνύω, διαδηλώνω, δείχνω, αποδεικνύουν, καταδεικνύουν, αποδείξουν, αποδείξει, ...
- den στα ελληνικά - έλατο, πεύκο, πεύκη, Pine Tree, πεύκου, από πεύκα
- denkbaar στα ελληνικά - εφικτός, πιθανός, νοητός, νοητό, νοητή, σκεφθεί κανείς, αδιανόητη
Τυχαίες λέξεις
Dempen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γεμίζω, βουβός, Σίγαση, σίγασης, Mute, τη σίγαση
Μεταφράσεις: γεμίζω, βουβός, Σίγαση, σίγασης, Mute, τη σίγαση