Enthousiast στα ελληνικά
Μετάφραση: enthousiast, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρτιζάνος, ενθουσιασμένος, ενθουσιώδης, ενθουσιώδεις, ενθουσιώδη, ενθουσιασμό, ενθουσιώδες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- enten στα ελληνικά - μόσχευμα, μπολιάζω, εμβολιάζω, εμβολιασμό, εμβολιάσουν, τον εμβολιασμό, εμβολιάσει, ...
- enthousiasme στα ελληνικά - ενθουσιασμός, ενθουσιασμό, τον ενθουσιασμό, ενθουσιασμού, ο ενθουσιασμός
- entree στα ελληνικά - πρόσβαση, πύλη, ομολογία, προσπέλαση, καταχώρηση, παραδοχή, λήμμα, ...
- entstof στα ελληνικά - εμβόλιο, εμβολίου, εμβολίων, του εμβολίου, το εμβόλιο
Τυχαίες λέξεις
Enthousiast στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρτιζάνος, ενθουσιασμένος, ενθουσιώδης, ενθουσιώδεις, ενθουσιώδη, ενθουσιασμό, ενθουσιώδες
Μεταφράσεις: παρτιζάνος, ενθουσιασμένος, ενθουσιώδης, ενθουσιώδεις, ενθουσιώδη, ενθουσιασμό, ενθουσιώδες