Погрожування στα ελληνικά

Μετάφραση: погрожування, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κίνδυνος, απειλούν, απειλήσουν, απειλήσει, απειλεί, να απειλήσει
Погрожування στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • благання στα ελληνικά - παράκληση, ικεσία, δέηση, ικεσίας, δέησης, δεήσεως
  • вали στα ελληνικά - αυξάνομαι, ανεβαίνω, βουνό, όρος, άξονες, αξόνων, φρέατα, ...
  • видача στα ελληνικά - παραδίδω, διανομή, παράδοση, παράδοσης, παροχής, παροχή
  • дитинство στα ελληνικά - βρέφος, παιδική ηλικία, παιδικής ηλικίας, την παιδική ηλικία, παιδική, παιδικής
Τυχαίες λέξεις
Погрожування στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κίνδυνος, απειλούν, απειλήσουν, απειλήσει, απειλεί, να απειλήσει