Розділяти στα ελληνικά

Μετάφραση: розділяти, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διχάζω, διαιρώ, διανέμω, κατανέμω, χωρίζω, μετοχή, μερίδιο, μεριδίου, μετοχικού, το μερίδιο
Розділяти στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • воюючий στα ελληνικά - φιλοπόλεμος, εριστικός, πολεμιστής, επιθετικός, εμπόλεμος, εμπόλεμη, εμπόλεμα, ...
  • жодний στα ελληνικά - όχι, κανένας, αριθ, δεν, καμία, κανένα
  • замочування στα ελληνικά - πιέζω, πρεσάρω, μούλιασμα, μούσκεμα, εμποτισμός, διαβροχή, εμποτισμού
  • ліро στα ελληνικά - λυρικός, λυρική, λυρικό, λυρικής, λυρικού
Τυχαίες λέξεις
Розділяти στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διχάζω, διαιρώ, διανέμω, κατανέμω, χωρίζω, μετοχή, μερίδιο, μεριδίου, μετοχικού, το μερίδιο