Colar στα ελληνικά

Μετάφραση: colar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πιστόλι, κολάρο, εμμένω, μαστίχα, αυτοκόλλητο, μουσίτσα, κόλλα, γιακάς, προσκολλώμαι, λουρί, καραμπίνα, κολλώ, όπλο, κολιέ, περιδέραιο, κόσμημα, κρεμαστό, κολιέ κρεμαστό
Colar στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • colagem στα ελληνικά - μουσίτσα, κόλλα, κολλώ, κολάζ, κολλάζ, το κολάζ, του κολάζ, ...
  • colapso στα ελληνικά - σωριάζομαι, καταρρέω, κατάρρευση, κατάρρευσης, πτώση, την κατάρρευση, η κατάρρευση
  • colarinho στα ελληνικά - κολάρο, λουρί, γιακάς, περιλαίμιο, γιακά, κολλάρο, κολάρου
  • colas στα ελληνικά - μαστίχα, κόλλες, κόλλες με, κόλλας, τις κόλλες, κολλών
Τυχαίες λέξεις
Colar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πιστόλι, κολάρο, εμμένω, μαστίχα, αυτοκόλλητο, μουσίτσα, κόλλα, γιακάς, προσκολλώμαι, λουρί, καραμπίνα, κολλώ, όπλο, κολιέ, περιδέραιο, κόσμημα, κρεμαστό, κολιέ κρεμαστό