Дорогостоящий στα ελληνικά
Μετάφραση: дорогостоящий, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγαπητός, τιμαλφής, ακριβός, πολύτιμος, δαπανηρός, ακριβό, ακριβά, δαπανηρή, ακριβό σχετικά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- дорого στα ελληνικά - ακριβά, ακριβός, αγαπητός, πολύ ακριβά, στοργικά
- дороговизна στα ελληνικά - σπανιότητα, έλλειψη, στοργή
- дородность στα ελληνικά - παχυσαρκία, corpulence, το corpulence, πολυσαρκία, σωματική διαμόρφωση
- дородный στα ελληνικά - χόνδρος, πλήρης, γεροδεμένος, εύσωμος, χοντρός, γεμάτος, μεστός, ...
Τυχαίες λέξεις
Дорогостоящий στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγαπητός, τιμαλφής, ακριβός, πολύτιμος, δαπανηρός, ακριβό, ακριβά, δαπανηρή, ακριβό σχετικά
Μεταφράσεις: αγαπητός, τιμαλφής, ακριβός, πολύτιμος, δαπανηρός, ακριβό, ακριβά, δαπανηρή, ακριβό σχετικά