Умолчание στα ελληνικά
Μετάφραση: умолчание, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταστολή, απόκρυψη, αθέτηση, προεπιλογή, προεπιλεγμένη, προεπιλεγμένο, προεπιλεγμένες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бездымный στα ελληνικά - άκαπνος, άκαπνη, άκαπνων, μη καπνιζόμενα, δεν προορίζονται για καύση
- бесчувственный στα ελληνικά - ανόητος, ράθυμος, απαθής, νεκρό, ανεπηρέαστος, παράλογος, στυγνός, ...
- бинтовать στα ελληνικά - επίδεσμος, επίδεσμο, επιδέσμου, επιδέσμου που
- громадина στα ελληνικά - μέγα ψεύδος, Whopper, το μέγα ψεύδος, κάποιο μπέργκερ, κάτι μέγα
Τυχαίες λέξεις
Умолчание στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταστολή, απόκρυψη, αθέτηση, προεπιλογή, προεπιλεγμένη, προεπιλεγμένο, προεπιλεγμένες
Μεταφράσεις: καταστολή, απόκρυψη, αθέτηση, προεπιλογή, προεπιλεγμένη, προεπιλεγμένο, προεπιλεγμένες