Ευκολία στα φινλανδικά

Μετάφραση: ευκολία, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tilaisuus, wc, luontevuus, helppous, mahdollisuus, taitavuus, helpottaa, helpottamiseksi, helpottamaan, helpotetaan
Ευκολία στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ευκολία

καλή ευκολία, ευκολία αγγλικά, ευκολία στα αγγλικά, ευκολία συνώνυμο, ευκολία συνώνυμα, ευκολία λεξικό γλώσσας φινλανδικά, ευκολία στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • ευκαμψία στα φινλανδικά - joustavuus, jousto, joustavuutta, joustavuuden, joustavasti, joustoa
  • ευκατάστατος στα φινλανδικά - rahakas, varakas, rikas, hyvin pois, varakkaita, vauraita
  • ευκολόπιστος στα φινλανδικά - efkolopistos
  • ευκρίνεια στα φινλανδικά - selvyys, selkeys, terävyys, terävyyttä, terävyyden, tarkkuutta, tarkkuuden
Τυχαίες λέξεις
Ευκολία στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: tilaisuus, wc, luontevuus, helppous, mahdollisuus, taitavuus, helpottaa, helpottamiseksi, helpottamaan, helpotetaan