Asphalt στα ελληνικά

Μετάφραση: asphalt, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άσφαλτος
Asphalt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aspersion στα ελληνικά - κακολογία
  • aspersions στα ελληνικά - συκοφαντίες, τις συκοφαντίες, τα σχόλια εις βάρος, σχόλια εις βάρος
  • asphalted στα ελληνικά - ασφαλτοστρωμένο, ασφαλτοστρωμένος, ασφαλτοστρωμένους, ασφαλτοστρωμένου, ασφαλτικό οδόστρωμα
  • asphalting στα ελληνικά - Ασφαλτόστρωση, ασφαλτοστρωση, ασφαλτόστρωσης, την ασφαλτόστρωση, άσφαλτοι
Τυχαίες λέξεις
Asphalt στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άσφαλτος