Απεριποίητος στα βουλγαρικά

Μετάφραση: απεριποίητος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
занемарен, рошава, рошав, несресана, разхвърлян
Απεριποίητος στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απεριποίητος

απεριποίητος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, απεριποίητος στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • απεργία στα βουλγαρικά - стачка, удар, стачката, упражняване
  • απεργοσπάστης στα βουλγαρικά - доносчик, измъквам се, Финк, Fink, доноснича
  • απεριόριστα στα βουλγαρικά - неограничен, неограничено, неограничена, неограничени, неопределен
  • απεριόριστος στα βουλγαρικά - неограничен, неограничено, неограничена, неограничени, неопределен
Τυχαίες λέξεις
Απεριποίητος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: занемарен, рошава, рошав, несресана, разхвърлян