Απεριποίητος στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: απεριποίητος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
развлечен, неуреден, занемарен
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απεριποίητος
απεριποίητος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, απεριποίητος στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- απεργία στα σλαβομακεδονικά - штрајкот, штрајк, напад, штрајк со, удар
- απεργοσπάστης στα σλαβομακεδονικά - Финк, Fink, на Финк
- απεριόριστα στα σλαβομακεδονικά - неограничени, неограничен, неограничено, неограничена, неограничените
- απεριόριστος στα σλαβομακεδονικά - неограничени, неограничен, неограничено, неограничена, неограничените
Τυχαίες λέξεις
Απεριποίητος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: развлечен, неуреден, занемарен
Μεταφράσεις: развлечен, неуреден, занемарен