Απεριποίητος στα ισλανδικά

Μετάφραση: απεριποίητος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
unkempt
Απεριποίητος στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απεριποίητος

απεριποίητος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, απεριποίητος στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • απεργία στα ισλανδικά - höggva, verkfall, slá, verkfalli, þrusað, Strike
  • απεργοσπάστης στα ισλανδικά - Fink
  • απεριόριστα στα ισλανδικά - ótakmarkað, Ótakmarkaður, Ótakmörkuð, ótakmarkaða, ótakmarkaðan
  • απεριόριστος στα ισλανδικά - ótakmarkað, Ótakmarkaður, Ótakmörkuð, ótakmarkaða, ótakmarkaðan
Τυχαίες λέξεις
Απεριποίητος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: unkempt