Απεριποίητος στα τούρκικα
Μετάφραση: απεριποίητος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
dağınık, unkempt, dağınık Bahçe, bir dağınık Bahçe, bir dağınık Bahçe ve
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απεριποίητος
απεριποίητος λεξικό γλώσσας τούρκικα, απεριποίητος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- απεργία στα τούρκικα - grev, strike, grevi, doğrultu, grevin
- απεργοσπάστης στα τούρκικα - ispiyoncu, Fink, destek vermemek, alçak kimse, grev kırıcı işçi
- απεριόριστα στα τούρκικα - sınırsız, limitsiz, sınırsız bir, sınırsızdır
- απεριόριστος στα τούρκικα - sınırsız, sonsuz, limitsiz, sınırsız bir, sınırsızdır
Τυχαίες λέξεις
Απεριποίητος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: dağınık, unkempt, dağınık Bahçe, bir dağınık Bahçe, bir dağınık Bahçe ve
Μεταφράσεις: dağınık, unkempt, dağınık Bahçe, bir dağınık Bahçe, bir dağınık Bahçe ve