Επιμελούμαι στα τσεχικά
Μετάφραση: επιμελούμαι, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
ošetřovat, mířit, směřovat, inklinovat, upravovat, vydat, redigovat, hlídat, vydávat, něžný, obsluhovat, opatrovat, epimeloumai
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιμελούμαι
επιμελούμαι αρχαια, επωφελούμαι συνωνυμα, επιμελούμαι παραγωγα, επιμελούμαι σύνταξη, επιμελούμαι κλιση, επιμελούμαι λεξικό γλώσσας τσεχικά, επιμελούμαι στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- επιμήκυνση στα τσεχικά - prodloužení, natahování, protažení, tažnost, elongace, prodlužování
- επιμελής στα τσεχικά - pečlivý, přičinlivý, snaživý, pilný, neúnavný, vytrvalý, pracovitý, ...
- επιμονή στα τσεχικά - setrvání, trvalost, vytrvalost, úpornost, tvrdošíjnost, vytrvání, svéhlavost, ...
- επιμύθιο στα τσεχικά - morální, mravnost, mravní, morálka, morálnost, následky, Aftermath, ...
Τυχαίες λέξεις
Επιμελούμαι στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: ošetřovat, mířit, směřovat, inklinovat, upravovat, vydat, redigovat, hlídat, vydávat, něžný, obsluhovat, opatrovat, epimeloumai
Μεταφράσεις: ošetřovat, mířit, směřovat, inklinovat, upravovat, vydat, redigovat, hlídat, vydávat, něžný, obsluhovat, opatrovat, epimeloumai