Επιμελούμαι στα ουγγρικά
Μετάφραση: επιμελούμαι, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
epimeloumai
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιμελούμαι
επιμελούμαι αρχαια, επωφελούμαι συνωνυμα, επιμελούμαι παραγωγα, επιμελούμαι σύνταξη, επιμελούμαι κλιση, επιμελούμαι λεξικό γλώσσας ουγγρικά, επιμελούμαι στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- επιμήκυνση στα ουγγρικά - megnyújtás, hosszabbodás, kinyújtás, meghosszabbodás, hosszabbítás, nyúlás, nyúlást, ...
- επιμελής στα ουγγρικά - iparkodó, szorgalmas, gondos, gondos jogtulajdonos, szorgos
- επιμονή στα ουγγρικά - szívósság, kitartás, kitartást, a kitartás, kitartással, állhatatosság
- επιμύθιο στα ουγγρικά - morális, közszellem, erkölcsös, erkölcsi, utóhatás, Aftermath, utóhatásaként, ...
Τυχαίες λέξεις
Επιμελούμαι στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: epimeloumai
Μεταφράσεις: epimeloumai