Θηλάζω στα ουγγρικά
Μετάφραση: θηλάζω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szopás, pia, szopik, szopni, szoptatja, szoptatják, szoptat
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θηλάζω
θηλάζω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, θηλάζω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- θεϊκός στα ουγγρικά - isteni, az isteni, Isten, mennyei
- θεός στα ουγγρικά - Isten, istene, Istent, az Isten, god
- θηλαστικό στα ουγγρικά - emlős, emlősállati, emlősök, emlősben, emlősnek
- θηλαστικός στα ουγγρικά - emlős, emlősök, emlősökből, emlőseredetű, az emlős
Τυχαίες λέξεις
Θηλάζω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: szopás, pia, szopik, szopni, szoptatja, szoptatják, szoptat
Μεταφράσεις: szopás, pia, szopik, szopni, szoptatja, szoptatják, szoptat