Θηλάζω στα ισλανδικά
Μετάφραση: θηλάζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
suckle
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θηλάζω
θηλάζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, θηλάζω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- θεϊκός στα ισλανδικά - guðlega, guðdómlega, guðlegur, guðdómlegur, guðleg
- θεός στα ισλανδικά - guð, Guði, guðinn, að Guð
- θηλαστικό στα ισλανδικά - spendýr, spendýrið, spendýri, spendýrs, spendýrinu
- θηλαστικός στα ισλανδικά - spendýra, spendýri, spendýrum, úr spendýri, úr spendýrum
Τυχαίες λέξεις
Θηλάζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: suckle
Μεταφράσεις: suckle