Μασώ στα ουγγρικά

Μετάφραση: μασώ, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
rágás, rág, pépesít, darál, masztiká-, masztiká- lása
Μασώ στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μασώ

μασώ λεξικό γλώσσας ουγγρικά, μασώ στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • μαστιγώνω στα ουγγρικά - tojáshab, kocsis, vadászinas, ostoroz, korbácsol, flog, megkorbácsolják
  • μαστροπός στα ουγγρικά - strici, Pimp, stricinek, stricije, stricivel
  • ματαιοδοξία στα ουγγρικά - hiúság, hiábavalóság, a hiúság, piperedoboz, hiúsága
  • ματαιόδοξος στα ουγγρικά - öntelt, beképzelt, hivalkodó, önhitt, nagyképű
Τυχαίες λέξεις
Μασώ στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: rágás, rág, pépesít, darál, masztiká-, masztiká- lása