Ακαταστασία στα αλβανικά

Μετάφραση: ακαταστασία, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
konfuzion, rrëmujë, shkujdesje, çrregull
Ακαταστασία στα αλβανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ακαταστασία

ακαταστασία ονειροκρίτης, ακαταστασία συνώνυμα, ακαταστασία συνώνυμο, ακαταστασία στο σπίτι, ακαταστασία αγγλικά, ακαταστασία λεξικό γλώσσας αλβανικά, ακαταστασία στα αλβανικά

Μεταφράσεις

  • ακατάστατος στα αλβανικά - në mënyrë të çrregullt, pisanjos, çrregullt, të çrregullt, shkatarraq
  • ακατέργαστος στα αλβανικά - i gjallë, papërpunuara, të papërpunuara, të para, e parë
  • ακατοίκητος στα αλβανικά - i pabanueshëm, pabanueshme, të pabanueshme, e pabanueshme, pabanueshëm
  • ακεραιότητα στα αλβανικά - ndershmëri, integriteti, integritetin, integritetit, integritet
Τυχαίες λέξεις
Ακαταστασία στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: konfuzion, rrëmujë, shkujdesje, çrregull