Βιαστικός στα αλβανικά
Μετάφραση: βιαστικός, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
i nxituar, nxituar, nxito, u nxito, të nxituar
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βιαστικός
βιαστικός αγγλικά, ο βιαστικός, βιαστικός συνώνυμο, βιαστικός λεξικό γλώσσας αλβανικά, βιαστικός στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- βιαιοπραγία στα αλβανικά - sulm, bateri, baterisë, bateria, e baterisë, baterinë
- βιασμός στα αλβανικά - përdhunim, përdhunimi, dhunimi, përdhunimin, përdhunimet
- βιασύνη στα αλβανικά - vrull, ngutem, ngut, hidhem, shpejtoj, lëshohem, nxitim, ...
- βιβλίο στα αλβανικά - libër, libri, librin, libri i, librit
Τυχαίες λέξεις
Βιαστικός στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: i nxituar, nxituar, nxito, u nxito, të nxituar
Μεταφράσεις: i nxituar, nxituar, nxito, u nxito, të nxituar