Βιαστικός στα λετονικά
Μετάφραση: βιαστικός, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
steidzīgs, pārsteidzīgs, pārsteidzīga, sasteigts, pārsteidzīgi
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βιαστικός
βιαστικός αγγλικά, ο βιαστικός, βιαστικός συνώνυμο, βιαστικός λεξικό γλώσσας λετονικά, βιαστικός στα λετονικά
Μεταφράσεις
- βιαιοπραγία στα λετονικά - trieciens, izvarošana, uzbrukums, baterija, akumulators, akumulatoru, akumulatora, ...
- βιασμός στα λετονικά - izvarošana, rapsis, rapša, rapšu, izvarošanu
- βιασύνη στα λετονικά - steiga, pieplūdums, skriešanās, rush, steigas
- βιβλίο στα λετονικά - bībele, grāmata, rezervēt, book, Grāmatas, grāmatu
Τυχαίες λέξεις
Βιαστικός στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: steidzīgs, pārsteidzīgs, pārsteidzīga, sasteigts, pārsteidzīgi
Μεταφράσεις: steidzīgs, pārsteidzīgs, pārsteidzīga, sasteigts, pārsteidzīgi