Διορίζομαι στα αλβανικά
Μετάφραση: διορίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
i emëruar, i caktuar, emëruar, emërohet, emërua
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διορίζομαι
διορίζομαι λεξικό γλώσσας αλβανικά, διορίζομαι στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- διοικώ στα αλβανικά - dioiko
- διορία στα αλβανικά - afati i fundit, afati, afati i, afati përfundimtar, afat kohor
- διορίζω στα αλβανικά - i kaloj, delegoj, kaloj, caktoj si zëvendës
- διορατικός στα αλβανικά - i mprehtë, i hollë, mprehtë, mendjemprehtë, mendjehollë
Τυχαίες λέξεις
Διορίζομαι στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: i emëruar, i caktuar, emëruar, emërohet, emërua
Μεταφράσεις: i emëruar, i caktuar, emëruar, emërohet, emërua