Διορίζομαι στα ρουμανικά
Μετάφραση: διορίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
investi, numit, desemnat, fost numit, numit de, este numit
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διορίζομαι
διορίζομαι λεξικό γλώσσας ρουμανικά, διορίζομαι στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- διοικώ στα ρουμανικά - dioiko
- διορία στα ρουμανικά - termen, termen limită, termenul, termen limită de, termenul limită
- διορίζω στα ρουμανικά - împuternici, delega, Depute, deputat, de deputat
- διορατικός στα ρουμανικά - înţelept, perspicace, pătrunzător, isteț
Τυχαίες λέξεις
Διορίζομαι στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: investi, numit, desemnat, fost numit, numit de, este numit
Μεταφράσεις: investi, numit, desemnat, fost numit, numit de, este numit