Διορίζομαι στα λιθουανικά

Μετάφραση: διορίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
skiria, paskirtas, paskirta, Jį skiria, paskyrė
Διορίζομαι στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διορίζομαι

διορίζομαι λεξικό γλώσσας λιθουανικά, διορίζομαι στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • διοικώ στα λιθουανικά - dioiko
  • διορία στα λιθουανικά - terminas, galutinis terminas, termino, terminą, pateikimo terminas
  • διορίζω στα λιθουανικά - skirti, deleguoti, Depute, Paskirti pavaduotoju, Perduoti, Nukreipti
  • διορατικός στα λιθουανικά - įžvalgus, Numatančios, Przenikliwy, Przezorny, Bystry
Τυχαίες λέξεις
Διορίζομαι στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: skiria, paskirtas, paskirta, Jį skiria, paskyrė