Σαρκάζω στα αλβανικά
Μετάφραση: σαρκάζω, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
tallje, shpoti
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σαρκάζω
σαρκάζω ετυμολογία, σαρκάζω ορισμός, σαρκάζω λεξικό γλώσσας αλβανικά, σαρκάζω στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- σαρδέλα στα αλβανικά - fëmijë i dobët, peshk i imët, njeri pa rëndësi, njeri pa
- σαρδόνιος στα αλβανικά - i hidhur, hidhur, gojëndyrë, sardonik
- σαρκασμός στα αλβανικά - gërmoj, sarkazëm, sarkazem
- σαρκαστικός στα αλβανικά - sarkastik, sarkastike, sarkastikë, sjellurën sarkastike, u sarkastik
Τυχαίες λέξεις
Σαρκάζω στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: tallje, shpoti
Μεταφράσεις: tallje, shpoti