Σφετερίζομαι στα αλβανικά

Μετάφραση: σφετερίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
uzurpoj, merrte përsipër, uzurpojë, uzurpojnë, të merrte përsipër
Σφετερίζομαι στα αλβανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σφετερίζομαι

σφετερίζομαι σημασία, σφετερίζομαι συνώνυμα, σφετερίζομαι λεξικό γλώσσας αλβανικά, σφετερίζομαι στα αλβανικά

Μεταφράσεις

  • σφαγείο στα αλβανικά - thertore, thertore të, thertore e, një thertore, një thertore e
  • σφαδάζω στα αλβανικά - dridhem, përdridhem, përpëlitje, përpëlitem
  • σφετερισμός στα αλβανικά - uzurpim, uzurpimi, uzurpimit, uzurpimi i, uzurpimet
  • σφηνώνω στα αλβανικά - bllokim, reçel, jam, reçeli, bllokim të
Τυχαίες λέξεις
Σφετερίζομαι στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: uzurpoj, merrte përsipër, uzurpojë, uzurpojnë, të merrte përsipër