Σφετερίζομαι στα τούρκικα
Μετάφραση: σφετερίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yerinde, yerlikli, ilgili, uygun, el koymak, gasp, ele geçirmektir, usurp, sarsacağını
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σφετερίζομαι
σφετερίζομαι σημασία, σφετερίζομαι συνώνυμα, σφετερίζομαι λεξικό γλώσσας τούρκικα, σφετερίζομαι στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- σφαγείο στα τούρκικα - mezbaha, kesimhane, slaughterhouse, mezbahane, bir mezbaha
- σφαδάζω στα τούρκικα - kıvranmak, acıdan kıvranmak, debelenmek
- σφετερισμός στα τούρκικα - gasp, usurpation, el koyma, gaspları, gasp edilmiş olanın
- σφηνώνω στα τούρκικα - kulübe, reçel, sıkışması, sıkışma, jam, reçeli
Τυχαίες λέξεις
Σφετερίζομαι στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: yerinde, yerlikli, ilgili, uygun, el koymak, gasp, ele geçirmektir, usurp, sarsacağını
Μεταφράσεις: yerinde, yerlikli, ilgili, uygun, el koymak, gasp, ele geçirmektir, usurp, sarsacağını