Υπομονετικά στα αλβανικά
Μετάφραση: υπομονετικά, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
durim, me durim, qetësi, durueshëm
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπομονετικά
υπομονετικά λεξικό γλώσσας αλβανικά, υπομονετικά στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- υπομένω στα αλβανικά - duroj, qëndroj, durojnë, durojë, të durojnë
- υπομονή στα αλβανικά - durimi, durim, durimin, durimit, durimi i
- υπομονετικός στα αλβανικά - i durueshëm, pacient, pacienti, durueshëm, pacientit
- υπονομευτικός στα αλβανικά - shkatërrues, armiqësor, subversive, armiqësore, subversiv
Τυχαίες λέξεις
Υπομονετικά στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: durim, me durim, qetësi, durueshëm
Μεταφράσεις: durim, me durim, qetësi, durueshëm