Υπομονετικά στα νορβηγικά
Μετάφραση: υπομονετικά, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
tålmodig, tålmodig på, tålmodighet
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπομονετικά
υπομονετικά λεξικό γλώσσας νορβηγικά, υπομονετικά στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- υπομένω στα νορβηγικά - tåle, lide, holde ut, holde, utholde, holder ut
- υπομονή στα νορβηγικά - tålmodighet, tålmodigheten, tålmodig, tålmodighet til
- υπομονετικός στα νορβηγικά - pasient, tålmodig, pasienten, pasientens
- υπονομευτικός στα νορβηγικά - subversive, undergravende, subversiv, samfunnsnedbrytende, nedbrytende
Τυχαίες λέξεις
Υπομονετικά στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: tålmodig, tålmodig på, tålmodighet
Μεταφράσεις: tålmodig, tålmodig på, tålmodighet