Υπομονετικά στα ρωσικά

Μετάφραση: υπομονετικά, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
терпеливо, терпеливейше, терпением
Υπομονετικά στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υπομονετικά

υπομονετικά λεξικό γλώσσας ρωσικά, υπομονετικά στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • υπομένω στα ρωσικά - вытерпеть, длиться, выдюжить, страдать, стерпеть, вынести, продолжаться, ...
  • υπομονή στα ρωσικά - воздержанность, терпение, пасьянс, терпеливость, настойчивость, терпения, терпением, ...
  • υπομονετικός στα ρωσικά - пациент, терпеливый, больной, раненый, пациента, пациенту, терпеливы
  • υπονομευτικός στα ρωσικά - подрывной, диверсионный, разрушительный, губительный, гибельный, разорительный, подрывная, ...
Τυχαίες λέξεις
Υπομονετικά στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: терпеливо, терпеливейше, терпением