Φορτίζω στα αλβανικά
Μετάφραση: φορτίζω, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ngarkoj, pagesë, ngarkuar, të ngarkuar, të paguani
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φορτίζω
φορτίζω αγγλικά, φορτίζω λεξικό γλώσσας αλβανικά, φορτίζω στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- φορολογούμενος στα αλβανικά - taksapagues, tatimpaguesi, tatimpagues, tatimpaguesit, tatimpagues i
- φορολογώ στα αλβανικά - taksë, numri, numri i, me pagesë, numri i të
- φορτίο στα αλβανικά - ngarkesë, ngarkesës, load, të ngarkesës, e ngarkesës
- φορτηγάκι στα αλβανικά - furgon, van, Pamjeje
Τυχαίες λέξεις
Φορτίζω στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: ngarkoj, pagesë, ngarkuar, të ngarkuar, të paguani
Μεταφράσεις: ngarkoj, pagesë, ngarkuar, të ngarkuar, të paguani