Φορτίζω στα ρουμανικά

Μετάφραση: φορτίζω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
povară, încărca, percepe, încărcați, pretul, încasa
Φορτίζω στα ρουμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φορτίζω

φορτίζω αγγλικά, φορτίζω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, φορτίζω στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • φορολογούμενος στα ρουμανικά - contribuabil, contribuabililor, contribuabilului, contribuabilul, contribuabili
  • φορολογώ στα ρουμανικά - impozit, tex, taxă, taxare, de taxare, taxa, taxei
  • φορτίο στα ρουμανικά - povară, sarcină, încărcare, de încărcare, de sarcină, sarcinii
  • φορτηγάκι στα ρουμανικά - avangardă, furgonetă, van, utilitară, furgon, dubă
Τυχαίες λέξεις
Φορτίζω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: povară, încărca, percepe, încărcați, pretul, încasa