Φορτίζω στα εσθονικά

Μετάφραση: φορτίζω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
koorem, laadima, koormus, tasu, võta, nõuda, laadida, laadige
Φορτίζω στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φορτίζω

φορτίζω αγγλικά, φορτίζω λεξικό γλώσσας εσθονικά, φορτίζω στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • φορολογούμενος στα εσθονικά - maksumaksja, maksumaksjale, maksumaksjate, maksukohustuslase, maksumaksjal
  • φορολογώ στα εσθονικά - maksustama, maks, teemaks, teemaksu, teemaksust, maksustatud, teemaksude
  • φορτίο στα εσθονικά - koorem, koormama, koormus, koormuse, koormust, lasti, koorma
  • φορτηγάκι στα εσθονικά - furgoon, avangard, tuulamisnõu, hüvisvõrk, eelvägi, pakiauto, van, ...
Τυχαίες λέξεις
Φορτίζω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: koorem, laadima, koormus, tasu, võta, nõuda, laadida, laadige