Φορτίζω στα τούρκικα

Μετάφραση: φορτίζω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yük, ücret, şarj, talep, şarj edin, tahsil
Φορτίζω στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φορτίζω

φορτίζω αγγλικά, φορτίζω λεξικό γλώσσας τούρκικα, φορτίζω στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • φορολογούμενος στα τούρκικα - vergi mükellefi, mükellef, mükellefi, vergi mükelleflerinin, vergi mükellefleri
  • φορολογώ στα τούρκικα - vergi, geçiş ücreti, ücretli, toll, otoyol, ücret
  • φορτίο στα τούρκικα - yük, yüklemek, yükü, yükleme, yükün
  • φορτηγάκι στα τούρκικα - kamyonet, van, Van'da, minibüs
Τυχαίες λέξεις
Φορτίζω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: yük, ücret, şarj, talep, şarj edin, tahsil