Χρησιμεύω στα αλβανικά
Μετάφραση: χρησιμεύω, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
dobi, bëjë dobi, të bëjë dobi, bën dobi, përfitoj
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χρησιμεύω
χρησιμεύω συνώνυμα, χρησιμεύω λεξικό γλώσσας αλβανικά, χρησιμεύω στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- χρηματοκιβώτιο στα αλβανικά - sigurtë, i sigurt, sigurt, të sigurt, e sigurt
- χρηματομεσίτης στα αλβανικά - agjent burse, komisioner burse, shitblerës aksionesh, komisionere
- χρησιμοποιώ στα αλβανικά - përdor, qëllim, adet, shfrytëzoj, përdorim, përdorimi, përdorimin, ...
- χρησιμότητα στα αλβανικά - gjë e dobishme, dobi, të shërbimeve, e shërbimeve, shërbimeve të
Τυχαίες λέξεις
Χρησιμεύω στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: dobi, bëjë dobi, të bëjë dobi, bën dobi, përfitoj
Μεταφράσεις: dobi, bëjë dobi, të bëjë dobi, bën dobi, përfitoj