Χρησιμεύω στα πορτογαλικά
Μετάφραση: χρησιμεύω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
proveito, aproveitar, beneficie, vão, aproveite
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χρησιμεύω
χρησιμεύω συνώνυμα, χρησιμεύω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, χρησιμεύω στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- χρηματοκιβώτιο στα πορτογαλικά - seguro, sela, cofre, segura, segurança, seguros
- χρηματομεσίτης στα πορτογαλικά - corretor, corretor de ações, stockbroker, corretor da bolsa, corretor da
- χρησιμοποιώ στα πορτογαλικά - alvo, utilizar, costume, função, emprego, empregar, cargo, ...
- χρησιμότητα στα πορτογαλικά - utilidade, utilitário, utilitário de, de utilidade
Τυχαίες λέξεις
Χρησιμεύω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: proveito, aproveitar, beneficie, vão, aproveite
Μεταφράσεις: proveito, aproveitar, beneficie, vão, aproveite