Χρησιμεύω στα βουλγαρικά

Μετάφραση: χρησιμεύω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
полза, Наличност, ползват, се ползват, възползват
Χρησιμεύω στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χρησιμεύω

χρησιμεύω συνώνυμα, χρησιμεύω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, χρησιμεύω στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • χρηματοκιβώτιο στα βουλγαρικά - кондом, презерватив, сейф, безопасно, безопасен, безопасна, безопасното
  • χρηματομεσίτης στα βουλγαρικά - посредник, борсов посредник, борсов агент, брокер, брокер на ценни книжа
  • χρησιμοποιώ στα βουλγαρικά - употреба, използване, ползване, използването, употребата
  • χρησιμότητα στα βουλγαρικά - полезност, програма, полза, помощна програма
Τυχαίες λέξεις
Χρησιμεύω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: полза, Наличност, ползват, се ползват, възползват