Αμφιλεγόμενος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: αμφιλεγόμενος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
спорен, спорна, противоречива, спорно, противоречив
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμφιλεγόμενος
αμφιλεγόμενος βικιλεξικο, αμφιλεγόμενος προταση, αμφιλεγόμενος συνώνυμα, αμφιλεγόμενος λεξικο, αμφιλεγόμενος προτασεις, αμφιλεγόμενος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αμφιλεγόμενος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- αμφιβολία στα βουλγαρικά - съмнение, съмнение беше, съмнения, несъмнено
- αμφιθέατρο στα βουλγαρικά - амфитеатър, амфитеатрално, амфитеатъра, амфитеатралния
- αμφιρρέπω στα βουλγαρικά - разкрачване, разтварям крака, колеблива политика, двойствена политика, разкрачвам се
- αμφισβητήσιμος στα βουλγαρικά - съмнителен, въпрос, под въпрос, съмнителна, спорна
Τυχαίες λέξεις
Αμφιλεγόμενος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: спорен, спорна, противоречива, спорно, противоречив
Μεταφράσεις: спорен, спорна, противоречива, спорно, противоречив