Αμφιλεγόμενος στα ισλανδικά
Μετάφραση: αμφιλεγόμενος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
umdeild, umdeilt, umdeildar, umdeildur, umdeilda
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμφιλεγόμενος
αμφιλεγόμενος βικιλεξικο, αμφιλεγόμενος προταση, αμφιλεγόμενος συνώνυμα, αμφιλεγόμενος λεξικο, αμφιλεγόμενος προτασεις, αμφιλεγόμενος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αμφιλεγόμενος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- αμφιβολία στα ισλανδικά - efa, efast, efi, vafi, vafi á, vafi á því
- αμφιθέατρο στα ισλανδικά - hringleikahús, hringleikahúsið, Amphitheater, Amphitheatre
- αμφιρρέπω στα ισλανδικά - þræða, straddle
- αμφισβητήσιμος στα ισλανδικά - vafasamt, vafasama, varasamt, vafasöm, efa
Τυχαίες λέξεις
Αμφιλεγόμενος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: umdeild, umdeilt, umdeildar, umdeildur, umdeilda
Μεταφράσεις: umdeild, umdeilt, umdeildar, umdeildur, umdeilda