Ανελέητος στα βουλγαρικά

Μετάφραση: ανελέητος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
непримирим, прощава, непростителен, непримирими, непрощаващ
Ανελέητος στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανελέητος

ανελέητος λεξικο, ανελέητος σημασία, ανελέητος συνώνυμα, ανελέητος συνώνυμο, ανελέητος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ανελέητος στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • ανεκτικότητα στα βουλγαρικά - толерантност, толеранс, търпимост, толерантността, отклонение
  • ανεκτός στα βουλγαρικά - поносим, допустим, допустимия, допустимата, допустима
  • ανεμιστήρας στα βουλγαρικά - вентилатор, фен, вентилатора, на вентилатора, почитател
  • ανεμοδαρμένος στα βουλγαρικά - ветровитата, ветровита, ветровитите, ветровития, брулена от вятъра
Τυχαίες λέξεις
Ανελέητος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: непримирим, прощава, непростителен, непримирими, непрощаващ