Ανθεκτικός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ανθεκτικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
устойчив, устойчиви, устойчива, резистентни, устойчиви на
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανθεκτικός
ανθεκτικός ασκίτης, ανθεκτικός translation, ανθεκτικόσ συνώνυμο, ανθεκτικός στα αγγλικά, ανθεκτικός στη μεθικιλλίνη χρυσίζων σταφυλόκοκκος, ανθεκτικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ανθεκτικός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ανθήρας στα βουλγαρικά - прашник, прашника, прашинковата торбичка, прашинковите торбички, на прашинковите торбички
- ανθίζω στα βουλγαρικά - цвят, цъфтя, цъфти, цъфне, цъфтежа, цъфтеж
- ανθολογία στα βουλγαρικά - антология, антологията, бъдеща антология, сборник
- ανθοπώλης στα βουλγαρικά - цветар, Магазин за Цветя, Цветарски магазин, флорист, цветарница
Τυχαίες λέξεις
Ανθεκτικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: устойчив, устойчиви, устойчива, резистентни, устойчиви на
Μεταφράσεις: устойчив, устойчиви, устойчива, резистентни, устойчиви на