Ανθεκτικός στα ισλανδικά
Μετάφραση: ανθεκτικός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ónæmir, þola, ónæmur, ónæmur fyrir, ónæmir fyrir
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανθεκτικός
ανθεκτικός ασκίτης, ανθεκτικός translation, ανθεκτικόσ συνώνυμο, ανθεκτικός στα αγγλικά, ανθεκτικός στη μεθικιλλίνη χρυσίζων σταφυλόκοκκος, ανθεκτικός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ανθεκτικός στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ανθήρας στα ισλανδικά - anther
- ανθίζω στα ισλανδικά - blómstra, blóma, blóm, Blossom, blómgast
- ανθολογία στα ισλανδικά - Anthology, safnriti, Í safnriti, safnriti þessu
- ανθοπώλης στα ισλανδικά - blómabúð, Blómaskreytir, Florist
Τυχαίες λέξεις
Ανθεκτικός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: ónæmir, þola, ónæmur, ónæmur fyrir, ónæmir fyrir
Μεταφράσεις: ónæmir, þola, ónæmur, ónæmur fyrir, ónæmir fyrir