Ανθεκτικός στα ολλανδικά

Μετάφραση: ανθεκτικός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
elastisch, potig, ferm, robuust, stevig, hecht, struis, sterk, stoer, veerkrachtig, fors, bestendig, resistente, resistent, resistant, resistent zijn
Ανθεκτικός στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανθεκτικός

ανθεκτικός ασκίτης, ανθεκτικός translation, ανθεκτικόσ συνώνυμο, ανθεκτικός στα αγγλικά, ανθεκτικός στη μεθικιλλίνη χρυσίζων σταφυλόκοκκος, ανθεκτικός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ανθεκτικός στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ανθήρας στα ολλανδικά - helmknop, anther, helmknopspecifieke, de helmknop, helmknop-
  • ανθίζω στα ολλανδικά - fanfarekorps, bloem, bloeien, bloesem, fanfare, blossom, bloesem van, ...
  • ανθολογία στα ολλανδικά - bloemlezing, anthologie, bundel, anthology
  • ανθοπώλης στα ολλανδικά - bloemist, florist, bloemisten, bloemenwinkel, de bloemist
Τυχαίες λέξεις
Ανθεκτικός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: elastisch, potig, ferm, robuust, stevig, hecht, struis, sterk, stoer, veerkrachtig, fors, bestendig, resistente, resistent, resistant, resistent zijn